in ,

Πως η Αθήνα από ένα μικρό χωριό 7.000 κατοίκων έγινε η πρωτεύουσα της Ελλάδας

Αθήνα του χθες… Ενα χωριό γύρω από το βράχο της Ακρόπολης. Ερειπωμένα αρχαία, βυζαντινά και μεσαιωνικά κτίρια, δίπλα σε καλύβες, όπου ζούσαν οι πάμφτωχοι, τότε, Αθηναίοι. Ώσπου το 1834 ανακηρύχθηκε πρωτεύουσα του Ελληνικού κράτους που τότε περιελάμβανε τη Στερεά Ελλάδα, την Πελοπόννησο και τα νησιά του Αιγαίου.

Αυτή ήταν η Αθήνα λίγο μετά την απελευθέρωσή της από τους Τούρκους. Εκτεινόταν γύρω από την Ακρόπολη (περίπου από του Ψυρρή έως του Μακρυγιάννη), έχοντας ως κέντρο της την περιοχή της Πλάκας (την Παλιά Πόλη).

Το 1834, με διάταγμα της αντιβασιλείας του Όθωνα γίνεται πρωτεύουσα του νέου Ελληνικού κράτους.

Μέχρι εκείνη την ώρα η κυβέρνηση είχε για έδρα της το Ναύπλιο. Οι πόλεις που προτάθηκαν ήταν, μεταξύ άλλων, η Κόρινθος, τα Μέγαρα, ο Πειραιάς, το Άργος, καθώς και το Ναύπλιο – η μέχρι τότε πρωτεύουσα της χώρας.

Προσωπικότητες της εποχής, πολιτικοί, αλλά και επιστήμονες (αρχιτέκτονες, πολεοδόμοι κ.α.) πήραν μέρος στη συζήτηση για το αν πρέπει η Αθήνα να γίνει η πρωτεύουσα, προσπαθώντας να επηρεάσουν τις εξελίξεις.

Τελικά, η πλάστιγγα έγειρε προς την Αθήνα, η οποία το Σεπτέμβριο του 1834 ανακηρύχθηκε επίσημα σε «Βασιλική καθέδρα και πρωτεύουσα». Ηταν η μόνη πόλη που μπορούσε να αντιπροσωπεύσει την Ελλάδα. Με το τελειότερο δημιούργημα του ανθρώπου, τον Παρθενώνα.

Μία πόλη με προβλήματα

Η Αθήνα το 1834 δεν ήταν έτοιμη για τον ηγεμονικό ρόλο της πρώτης πόλης του κράτους. Έχοντας χάσει προ πολλού την αίγλη της αρχαίας εποχής και με νωπά τα «σημάδια» από τις μάχες που διεξήχθησαν στο έδαφός της, η Αθήνα ήταν ενα μεγάλο χωριό, που αριθμούσε μόλις 7 χιλιάδες κατοίκους και περίπου 170 κατοικίες και κατεστραμμένα κτίρια.

Από τα μεγάλα προβλήματα της νέας πρωτεύουσας ήταν η έλλειψη συστήματος ύδρευσης (νερό έπαιρναν από τις πηγές), καθώς και η ανυπαρξία δημόσιου φωτισμού και συγκοινωνιών, ενώ υπήρχε παντελής έλλειψη υπηρεσιών ή άλλων κοινωνικών αγαθών.

Οι αρχιτέκτονες και η ανοικοδόμηση της πόλης

Ο Οθωνας ανέθεσε την ανοικοδόμηση της Αθήνας στον Ελληνα αρχιτέκτονα Σταμάτη Κλεάνθη και στους Βαυαρούς Schubert και Leo von Klenze με αυστηρή εντολή να μη καταστραφούν οι αρχαιολογικοί χώροι. Για την προστασία των αρχαιοτήτων, ο Όθωνας εξέδωσε διάταγμα που απαγόρευε την κατασκευή ασβεστοκαμίνων σε απόσταση 2.500 μέτρων από αρχαιοελληνικά λείψανα, ώστε να μη φθαρούν οι αρχαιότητες!

Μέσα σε τέσσερα χρόνια κτίσθηκαν στην Αθήνα γύρω στις 1.000 κατοικίες, πολλές αυθαίρετες και «κακώς οικοδομημένας, χθαμαλάς, πενιχράς εξωτερικής και εσωτερικής όψεως, άνευ ακρογωνιαίων λίθων, άνευ σχεδίων, συνεσφιγμένας περί στενάς, ανωμάλους και ακαθάρτους οδούς» όπως αφηγούνται οι μαρτυρίες της εποχής.

Ο Όθωνας απαγόρευσε τη λατόμηση στους λόφους Νυμφών (Αστεροσκοπείου), Αγχέστου (Στρέφη), Φιλοπάππου και Λυκαβηττού, εξέδωσε διατάγματα με αυστηρή εντολή να κατεδαφίζεται αμέσως κάθε αυθαίρετο που κτίζεται πλησίον των αρχαιοτήτων, ενώ διέταξε να γκρεμιστούν άμεσα όσα κτίστηκαν στις παρυφές της Ακροπόλεως.

Εξαιτίας των αυθαιρέτων, έχασε τη δημοτικότητά του στις φτωχές μάζες, αλλά επέμενε να εκδίδει και άλλα διατάγματα.

Στα επόμενα χρόνια, η Αθήνα αποτέλεσε τον πόλο έλξης για τους Έλληνες, που έφταναν από όλα τα μέρη της χώρας. Το 1896, στην έναρξη των πρώτων, σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, η πρωτεύουσα είχε αλλάξει ριζικά την όψη της, έχει επεκταθεί χωρικά, αριθμούσε περίπου 140 χιλ. κατοίκους και αποτελούσε το εμπορικό και πνευματικό κέντρο της χώρας.

 

Αθηναϊκοί δρόμοι

Από το 1833, ο αρχιτέκτονας Σταμάτης Κλεάνθης μαζί με το συνάδελφό του Έντουαρντ Σάουμπερτ είχαν εκπονήσει το πολεοδομικό σχέδιο των Αθηνών, το οποίο πρόβλεπε τη διάνοιξη μεγάλων δρόμων, τη δημιουργία πλατειών και πάρκων, τη δενδροφύτευση δημόσιων εκτάσεων κ.ά., ώστε η νέα πρωτεύουσα να έχει την όψη ευρωπαϊκής πόλης.

Το καλοκαίρι του 1834 ήρθε στην Ελλάδα και επί ένα μήνα έμεινε στην Αθήνα, ως απεσταλμένος του βασιλιά της Βαυαρίας και πατέρα του Όθωνα Λουδοβίκου Α΄, ο Γερμανός αρχιτέκτονας Leo von Klenze με την εντολή να εκφράσει την άποψή του για το χώρο όπου έπρεπε να ανεγερθούν τα ανάκτορα και για την αναμόρφωση του πολεοδομικού σχεδίου που είχε εκπονηθεί και που η υλοποίησή του είχε κριθεί πολυδάπανη.

Ο Klenze υιοθέτησε τις βασικές κατευθύνσεις του σχεδίου των Κλεάνθη και Σάουμπερτ, όμως μείωσε την έκταση των δημόσιων χώρων καθώς και την περιοχή επέκτασης της πόλης, ενώ άλλαξε την πυκνότητα και το σύστημα δόμησης των κτιρίων προτείνοντας τη συνεχή δόμηση που, κατά τη γνώμη του, ανταποκρινόταν στο χαρακτήρα της μεσογειακής πόλης.

Οι Βαυαροί μηχανικοί, οι οποίοι εφάρμοσαν το τροποποιημένο σχέδιο του Klenze, έφθασαν στην υπερβολή, με συνέπεια να διανοίξουν στενούς δρόμους, όπως αυτούς που βλέπουμε στην Πλάκα και στου Ψυρρή.

Σε σύγκριση λοιπόν με τους δρομίσκους αυτούς η οδός Ερμού ονομαζόταν ο «μεγάλος δρόμος». Σ’ αυτόν άνοιξαν τα πρώτα καταστήματα, όπου η βασίλισσα Αμαλία εύρισκε ό,τι και στα ανάλογα καταστήματα των γερμανικών πόλεων. Όμως η εμπορική κίνηση, τουλάχιστον ως το 1880, περιοριζόταν από την πλατεία Συντάγματος ως την Καπνικαρέα.

Πέρα από την Καπνικαρέα και ως την οδό Αιόλου είχαν ανοίξει κουρεία. Οι κουρείς κρεμούσαν έξω από τα μαγαζιά τους λευκές πετσέτες και χάλκινες λεκάνες, τα «εμβλήματα» της τέχνης τους (εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο της 16ης Σεπτεμβρίου 1927).

Στη διασταύρωση των οδών Ερμού και Αιόλου βρισκόταν το καφενείο «Η Ωραία Ελλάς», ένα από τα σημαντικά κέντρα της πρωτεύουσας κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα.

Η αίθουσα του σφαιριστηρίου του λειτούργησε ως το πρώτο χρηματιστήριο των Αθηνών. Από το ύψος της οδού Αιόλου και ως το Μοναστηράκι υπήρχαν μερικά υαλοπωλεία και λαϊκά ζαχαροπλαστεία. Επί της οδού Αθηνάς ήταν ο σταθμός των αμαξών και σε μικρή απόσταση προς τους Αγίους Ασωμάτους το περίφημο χάνι του Τζαμτζή, όπου κατέλυαν με τα υποζύγιά τους οι αγρότες που έρχονταν από τα γύρω χωριά.

Στην εμπορική αρτηρία των Αθηνών, την οδό Ερμού, συνέβησαν και πολλά γεγονότα, τα οποία επηρέασαν τη πολιτική ζωή του τόπου.

Την οδό Αθηνάς οραματίστηκαν οι Κλεάνθης και Σάουμπερτ σαν ένα φαρδύ, δεντρόφυτο δρόμο, με θαυμαστά οικοδομήματα, από την Ομόνοια ως την Ακρόπολη.
Ωστόσο, το σχέδιο αυτό ποτέ δεν υλοποιήθηκε, αν και ο δρόμος περιλαμβάνει πλήθος νεοκλασικών κτιρίων και η οδός Αθηνάς έμελλε να σηκώσει το βάρος της εμπορικής δραστηριότητας της πόλης. Αυτό το βάρος ήταν αρκετό για τη μετάβαση του δρόμου από το όνειρο στην εγκατάλειψη και στην παρακμή.

Η οδός Πειραιώς είναι ένας από τους παλιότερους δρόμους της Αθήνας. Στην πράξη η ιστορία και ο ρόλος της ως άξονα σύνδεσης της Αθήνας με τον Πειραιά ξεκινά από την αρχαιότητα. Το πρώτο σχέδιο της Αθήνας προέβλεπε τη δημιουργία των ανακτόρων στην περιοχή του Κεραμεικού και έτσι η περιοχή έτεινε να γίνει κέντρο συρροής οικογενειών ελλήνων της αστικής τάξης και έτυχε του ενδιαφέροντος πλήθους ξένων.

Το σχέδιο οικοδόμησης των ανακτόρων στον Κεραμεικό εγκαταλείφθηκε. Τότε, ο δρόμος πήρε το χαρακτήρα μιας αμιγώς εμπορικής και βιομηχανικής οδού, ιδιαίτερα μετά τη δημιουργία του εργοστασίου φωταερίου στη συμβολή με την Ιερά οδό.

Η γειτονιά αυτή, το Γκάζι ή Γκαζοχώρι ή Φωταέριο εμφανίστηκε αρκετά χρόνια μετά την ίδρυση του πρώτου κράτους και πήρε το όνομά της από το εργοστάσιο φωταερίου που χτίστηκε στην περιοχή το 1857 και λειτούργησε λίγα χρόνια αργότερα, από τη Γαλλική Εταιρία Γκαζιού, με σκοπό να προσφέρει στο φωτισμό της πόλης.

Τα Αναφιώτικα στην Πλάκα

Το Μάιο του 1837, στην οδό Θόλου στην Πλάκα, από το σπίτι του αρχιτέκτονα Κλεάνθη, ιδρύεται το πρώτο ελληνικό πανεπιστήμιο. Δύο χρόνια μετά θα ξεκινήσει η ανέγερση του νέου πανεπιστημίου στη θέση που βρίσκεται και σήμερα και φέρει το όνομα του πρώτου κυβερνήτη της χώρας, του Ιωάννη Καποδίστρια. Την ίδια χρονιά, ο κυβερνήτης δωρίζει στην Αθήνα την Εθνική Βιβλιοθήκη που μέχρι τότε είχε την έδρα της στην Αίγινα.

Την εποχή εκείνη κάθε ανοικοδόμηση απαγορευόταν στην πόλη. Δυο φτωχοί χτίστες απο την Ανάφη, ο Δαμίγος και ο Σιγάλας, μέλη του συνεργείου που έχτιζε τα ανάκτορα του Όθωνα αψήφησαν τις απαγορεύσεις και έχτισαν κρυφά μια παράγκα, σκαρφαλωμένη πάνω στο βράχο της Ακρόπολης.

Πρόλαβαν και έβαλαν και σκεπή και έτσι δεν τους τη γκρέμισαν. Ακολούθησαν κι άλλοι πολλοί, ως τότε εξαθλιωμένοι και άστεγοι πολίτες της Αθήνας, χτίζοντας παράγκες και παραπήγματα κάτω από τον ιερό βράχο. Δημιουργήθηκε έτσι η πιο απίθανη γειτονιά της Αθήνας. Ήταν τα Αναφιώτικα στην Πλάκα.

Πλατεία Ομονοίας

Πρόκειται για την πιο παλιά πλατεία της Αθήνας. Το πρώτο πολεοδομικό σχέδιο των Κλεάνθη και Σάουμπερτ προέβλεπε το χτίσιμο των ανακτόρων στο χώρο. Αργότερα, προγραμματίστηκε η ανέγερση του Ναού του Σωτήρος, όμως τα σχετικά κονδύλια διατέθηκαν για την ανέγερση του μητροπολιτικού ναού. Το 1846 στο χώρο δημιουργήθηκε η πρώτη πλατεία που ονομάστηκε πλατεία Ανακτόρων, μετέπειτα πλατεία Όθωνος, ενώ μερικά χρόνια αργότερα πήρε το σημερινό της όνομα, από τους όρκους για ομόνοια που έδιναν εκεί οι αντίπαλες πολιτικές δυνάμεις. Πολύ γρήγορα έγινε η κεντρική πλατεία της πόλης, αποκτώντας και διατηρώντας ως και σήμερα τον έντονο εμπορικό της χαρακτήρα.

Στα καφενεία της Αθήνας

Πριν από τα χρόνια του Όθωνα, το πρώτο της πόλης, το «Πράσινο Δεντρί» άνοιξε στην Ιερά Οδό. Αμέσως μετά την ανακήρυξή της ως πρωτεύουσας του κράτους, άνοιξε το καφέ «Bella Grecia», ιδιοκτησίας ιταλικής που αργότερα μετονομάστηκε σε «Ωραία Ελλάς», αλλάζοντας ελληνιστί το όνομά του. Βρισκόταν στη διασταύρωση Ερμού και Αιόλου. Υπήρξε για χρόνια το σημαντικότερο στέκι διανοουμένων και πολιτικών της εποχής. Τη δεκαετία του 1890 και μέχρι τον πόλεμο, στην πλατεία Συντάγματος λειτούργησε το καφενείο Ζαχαράτου. Άνοιξε, στο ισόγειο της οικίας Βούρου, εκεί που βρίσκεται σήμερα το ξενοδοχείο «Athens Plaza». Ο Ελευθέριος Βενιζέλος φέρεται να ήπιε εκεί τον πρώτο καφέ επί Αθηναϊκού εδάφους.

Στην πλατεία Ομονοίας, το ίσως πιο γνωστό από αυτά, το «Νέον», πρωτοάνοιξε το 1920, ως «Νέο Βυζάντιον», στο ισόγειο του ξενοδοχείου Κάρλτον. Μεγάλο, ευρύχωρο, με πολλούς σερβιτόρους και μαρμάρινα τραπέζια. Τακτικοί θαμώνες του υπήρξαν πολλοί διανοούμενοι και καλλιτέχνες όπως ο Τσαρούχης, ο Ρίτσος, ο Λαπαθιώτης και άλλοι.

Αρκετά αργότερα, λίγο πριν τον πόλεμο, άνοιξε το Ζόναρς. Το Ζόναρς, ένα από τα ιστορικότερα καφέ της Αθήνας, βρισκόταν στη συμβολή των οδών Πανεπιστημίου και Βουκουρεστίου, απέναντι από το Μέγαρο Σλήμαν. Άνοιξε το 1939 από τον ομογενή Κάρολο Ζωναρά και τα εγκαίνιά του συνέπεσαν με τον τορπιλισμό του αντιτορπιλικού «Έλλη» στο λιμάνι της Τήνου, το δεκαπενταύγουστο το 1940.

Το τράμ

Το Δεκέμβρη του 1835 υπογράφηκε σύμβαση ανάμεσα στο ελληνικό κράτος και τη γερμανική εταιρία Στρομ για την εγκατάσταση της πρώτης συγκοινωνίας μεταξύ Αθήνας και Πειραιά με άμαξες. Το 1857 ανατέθηκε σε ιταλική εταιρία η κατασκευή σιδηρόδρομου από την Αθήνα ως τον Πειραιά. Το 1889, κατασκευάστηκε η πρώτη επέκταση του σιδηρόδρομου από το Θησείο προς την Ομόνοια, μέσω της γραμμής που περνά μέσα από την Αρχαία Αγορά από το Θησείο ως το Μοναστηράκι και της πρώτης υπόγειας σήραγγας που ξεκινά από το Μοναστηράκι.

Ποιος ήταν ο Βασιλεύς Όθωνας (1832-1862)

Ο Φρειδερίκος Λουδοβίκος Όθων Α’ γεννήθηκε στο Σάλτσμπουργκ το 1815. Πρώτος βασιλιάς της Ελλάδας, από το 1832 έως το 1862. Η επιλογή του Όθωνα για τον ελληνικό θρόνο αποφασίστηκε από τις τρεις Μεγάλες Δυνάμεις το Φεβρουάριο του 1832.

Στις 6 Φεβρουαρίου 1833 η αγγλική φρεγάτα Μαδαγασκάρη αποβίβασε στο λιμάνι του Ναυπλίου, πρωτεύουσας ακόμη του νεοσύστατου βασιλείου, το δεκαεπτάχρονο Όθωνα, τα μέλη της αντιβασιλείας και τη βασιλική συνοδεία, προερχόμενος από τη Βαυαρία, στις 18 Ιανουαρίου 1833. Η επίσημη αποβίβασή του γίνεται στις 25 Ιανουαρίου. Στην Αθήνα θα φτάσει την 1η Δεκεμβρίου του 1834, όταν η πόλη γίνεται πρωτεύουσα, στη θέση του Ναυπλίου.

Η πολύχρονη βασιλεία του διαιρείται σε τρεις περιόδους: της Αντιβασιλείας (1832-1825), της Απόλυτης Μοναρχίας (1835-1843) και της Συνταγματικής Μοναρχίας (1843-1862). Κατά τη διάρκεια των τριάντα αυτών χρόνων, η Ελλάδα προσδέθηκε στην πολιτική, οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική πραγματικότητα της δυτικής Ευρώπης.

Ο Όθωνας έφυγε από την Ελλάδα όταν ξέσπασε η αντιοθωνική επανάσταση, τον Οκτώβριο του 1862. Έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής του στη Βαυαρία. Πέθανε σε ηλικία 52 ετών, στις 14 Ιουλίου 1867, και ενταφιάστηκε στο Μόναχο, φορώντας, όπως ο ίδιος είχε ζητήσει, την παραδοσιακή ελληνική φουστανέλλα.

Πρώτος δήμαρχος

Το 1835 ο πληθυσμός της Αθήνας μετά βίας είχε ξεπεράσει τους 10.000 κατοίκους. Τη χρονιά εκείνη στήθηκαν οι πρώτες κάλπες για την εκλογή του πρώτου δημοτικού συμβουλίου, με αρμοδιότητα την εκλογή του δημάρχου. Η επιλογή του νέου δημάρχου γινόταν από την κυβέρνηση, αφού προηγουμένως το δημοτικό συμβούλιο έπρεπε να προτείνει τρεις υποψήφιους δημάρχους. Πρώτος δήμαρχος Αθηναίων ορίστηκε ο Ανάργυρος Πετράκης, ενώ αντίπαλός του ήταν ο Δημήτριος Καλλιφρονάς, αγωνιστής του 1821, ενεργό μέλος στην επανάσταση της 3ης του Σεπτέμβρη και πρώτος πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου. Οι πρώτες ενέργειες του δημοτικού συμβουλίου ήταν ο φωτισμός, που ως τότε γινόταν μόνο με λαδοφάναρα και η υδροδότηση της πόλης και ο καθαρισμός από τα δεκάδες ερείπια και μπάζα που ήταν διάσπαρτα παντού.

Η γέννηση…της δραχμής

Με τον ερχομό του βασιλιά Όθωνα έχουμε την πρώτη νομισματική μεταρρύθμιση. Με Βασιλικό Διάταγμα της 8ης Φεβρουαρίου 1833, αντικαθίσταται ο Φοίνικας με την δραχμή.

Το νέο ελληνικό νομισματικό σύστημα ήταν στη σύλληψη διμεταλλικό, αλλά στην πράξη δεν κυκλοφόρησαν παρά ελάχιστα χρυσά νομίσματα. Η δραχμή άρχισε να επιβάλλεται στις εγχώριες συναλλαγές, καθώς τον Αύγουστο του 1833 απαγορεύτηκε ρητά η αποδοχή τουρκικών νομισμάτων από τα δημόσια ταμεία.

Η δραχμή γίνεται επίσημο νόμισμα του κράτους στις 08/02/1833. Το νέο αυτό νόμισμα είχε βάρος 4,477 γρμ. από τα οποία τα 4,029 γρμ. ήταν καθαρό ασήμι και τα 0,448 χαλκός. η ισοτιμία της δρχ. ορίστηκε στα 0,895 του γαλλικού χρυσού φράγκου. Οι πρώτες δρχ. και οι υποδιαιρέσεις τους κόπηκαν στην Βαυαρία από μήτρες που κατασκεύασε στο Μόναχο ο Konrad Lange, ο μετέπειτα διευθυντής του Ελληνικού Βασιλικού Νομισματοκοπείου.

Το νομισματικό σύστημα σταδιακά επεκτάθηκε, και το 1841, μετά από πολυετείς προσπάθειες, ιδρύθηκε η Εθνική Τράπεζα με κεφάλαιο 5.000.000 δραχμών και παραχώρηση προνομίου για την έκδοση τραπεζικών γραμματίων στον κομιστή. Πρώτος Διευθυντής διορίστηκε ο Γ. Σταύρου και η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος άρχισε τις εργασίες της τον Ιανουάριο του 1842 προικοδοτημένη με κεφάλαιο 3.402.000 δραχμών.

Εκτός από το Δημόσιο, που γράφτηκε για 1.000 μετοχές των 1.000 δραχμών, από τους πρώτους μετόχους εμφανίζονται ο Ελβετός φιλέλληνας ιππότης Εϋνάρδος και ο Γ. Σταύρου που είχαν και την πρωτοβουλία να επιχειρήσουν ένα παρόμοιο εγχείρημα, και ο Κ. Βράνης, ο βασιλιάς της Βαυαρίας Λουδοβίκος, οι αδελφοί Ρότσιλντ και ο Ν. Ζωσιμάς.

Τα Χαρτονομίσματα της δεύτερης έκδοσης τυπώθηκαν κι αυτά στη Γαλλία και κυκλοφόρησαν τον Οκτώβριο του 1847. Πρόκειται για 8.000 Χαρτονομίσματα των 50 δραxμών και 24.000 των 25. Θα είναι κι αυτά τυπωμένα στη μία μόνο όψη τους, Θα έχουν αυτή την φορά το σωστό τίτλο «Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος” αναγράφοντας, όπως και στην πρώτη έκδοση, την αξία τους μόνο ονομαστικά, γεγονός που διευκόλυνε την παραχάραξη τους.

Η Αθήνα του σήμερα

Αποχαιρετάμε την Αθήνα του τότε με ένα τραγούδι γνωστό σε όλους που περιγράφει την εποχή του Όθωνα.

Στου Όθωνα τα χρόνια
Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος
Πρώτη εκτέλεση: Σταμάτης Κόκοτας

Ένα μεσημέρι
στης Ακρόπολης τα μέρη
άπονοι ληστές
κάναν τις πέτρες τις ζεστές
λημέρι

Στο Μοναστηράκι
Βαυαροί χωροφυλάκοι
μες στην αντηλιά, χορεύουν μπρος στον βασιλιά
συρτάκι

Στην Κρήτη και στη Μάνη
θα στείλουμε φιρμάνι
σε πολιτείες και χωριά
θα στείλουμε φιρμάνι
να `ρθούν οι πολιτσμάνοι
να κυνηγήσουν τα θεριά.

Κάτω στο λιμάνι
τραγουδούν οι πολιτσμάνοι
ήρθαν τα παιδιά
μα έχουν ακόμα την καρδιά
στην Μάνη

Ήρθανε την Τρίτη
τα παιδιά του Ψηλορείτη
πίνουν τσικουδιά, μα έχουν ακόμα την καρδιά
στην Κρήτη

Στην Κρήτη και στη Μάνη
εστείλαμε φιρμάνι
σε πολιτείες και χωριά
εστείλαμε φιρμάνι
κι ήρθαν οι πολιτσμάνοι
και διώξαν όλα τα θεριά.

Η αξεπέραστη Ελληνίδα γιαγιά

Μια Μητέρα, τίμησε κάθε στιγμή που είχε με το κοριτσάκι της, και πάντα προσπαθούσε να διατηρήσει το πνεύμα της ζωντανό.