Μικρή τη θεωρούσαν άσχημη, καθώς ήταν εξαιρετικά αδύνατη και είχε ακμή στο πρόσωπο.
Γεννήθηκε στο Μπρούκλιν σε μια εβραϊκή γειτονιά. Ο πατέρας της ήταν παιδί Εβραίων μεταναστών. Πέθανε λίγους μήνες έπειτα από τη γέννησή της, από ένα χτύπημα στο κεφάλι. Οι γιατροί στο νοσοκομείο του χορήγησαν υπερβολική δόση μορφίνης, όταν έπαθε μια κρίση πόνου και αυτό ήταν που τον σκότωσε.
Η μητέρα της ήταν σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση και μετακόμισαν στους γονείς της. Μικρή θυμόταν τον εαυτό της να κοιτάζει καθημερινά έξω από το παράθυρο και να περιμένει τον πατέρα της να γυρίσει.
Ο παππούς της ήταν πολύ αυστηρός και κρυβόταν κάτω από τα τραπέζια ώστε να μην τη χτυπήσει. Τα απογεύματα το έσκαγε από το σπίτι, και πήγαινε σε ένα γειτονικό διαμέρισμα, όπου την άφηναν να παρακολουθεί ταινίες. Η ζωή της έγινε χειρότερη μόλις η μητέρα της έκανε δεσμό με έναν παντρεμένο και έμεινε έγκυος. Οι παππούδες τη θεώρησαν ντροπή της οικογένειας και τους έδιωξαν από το σπίτι.
Με τον αδερφό της στη Νέα Υόρκη
Η μητέρα της ξαναπαντρεύτηκε και μετακόμισαν σε διαμέρισμα. Ο πατριός της συμπεριφερόταν άσχημα και δεν τη συμπαθούσε. Την αποκαλούσε «τέρας», ενώ τη μικρότερη αδερφή της «πεντάμορφη». Όταν του ζητούσε χρήματα για παγωτό, της απαντούσε «δεν είσαι αρκετά όμορφη». Παραδόξως και η μητέρα της ήταν ψυχρή απέναντι της. Όπως είχε αναφέρει η ίδια, αντί για αγάπη της έδινε φαγητό. Στο σχολείο τα αγόρια την κορόιδευαν και την αποκαλούσαν «Μεγάλο ράμφος», επειδή είχε μεγάλη μύτη. Δεν της ζήτησαν ποτέ ραντεβού και δεν είχε συνοδό στον χορό αποφοίτησης, που για τους αμερικανούς μαθητές είναι μια σημαντική εκδήλωση της σχολικής ζωής.
Όνειρό της ήταν να γίνει τραγουδίστρια ή ηθοποιός. Μελέτησε έργα Ρώσων και Ελλήνων συγγραφέων και έκανε μαθήματα υποκριτικής, τα οποία πλήρωνε προσέχοντας παιδιά της γειτονιάς. Ωστόσο, στις πρώτες της οντισιόν αντιμετώπισε ξανά αντιδράσεις για την εμφάνιση της. Της έλεγαν ότι ήταν άσχημη, ότι έμοιαζε «πολύ εβραία» και ότι έπρεπε να κάνει πλαστική στη μύτη. Αποφάσισε να μην αλλάξει το πρόσωπό της και συνέχισε να κυνηγά το όνειρο της.
Μπορεί η εμφάνιση να μην ήταν το δυνατό της σημείο, η φωνή της ωστόσο ήταν χαρισματική. Άρχισε να τραγουδά σε υπόγεια μαγαζιά στο Μανχάταν και σταδιακά απέκτησε φανατικό κοινό στις γκέι κοινότητες. Άλλαξε το όνομά της και έκανε καθημερινά πολύωρες πρόβες για να βελτιωθεί. Σύντομα έγινε γνωστή στον καλλιτεχνικό χώρο και το το 1962 πήρε τον πρώτο της ρόλο σε ένα θεατρικό του Μπρόντγουει, όπου υποδυόταν μια άσχημη Εβραία. Την περίοδο εκείνη υπέγραψε συμβόλαιο με την Κολούμπια και γνωρίστηκε με τον πρώτο της σύζυγο, από τον οποίο απέκτησε το πρώτο της παιδί. Τα επόμενα χρόνια το άλλοτε «τέρας» έκανε δεσμούς με τον Ράιαν Ο Νηλ, τον Ντον Τζόνσον, τον Κρις Κριστόφερσον και τον πρωθυπουργό του Καναδά, Πιερ Τρουντό.
Το πρώτο της άλμπουμ πούλησε χιλιάδες αντίτυπα και βραβεύτηκε ως ο «δίσκος της χρονιάς. Το 1968 έκανε το ντεμπούτο της στον κινηματογράφο στο μιούζικαλ «Ένα αστείο κορίτσι» και κέρδισε το πολυπόθητο Όσκαρ. Μέχρι σήμερα έχει πουλήσει περισσότερους από 140 εκατομμύρια δίσκους και έχει κερδίσει πολυάριθμα μουσικά βραβεία. Ο πιο δημοφιλής δίσκος της κυκλοφόρησε το 1980 με τίτλο «Guilty» και περιείχε το τραγούδι «Woman in Love»,το οποίο την έκανε διάσημη σε όλο τον πλανήτη.
Η εικονιζόμενη δεν είναι άλλη από την 75χρονη σήμερα Μπάρμπαρα Στρέιζαρντ