Από τα πρώτα χρόνια της ζωής μας ξεκινάει το κακό· σου λέει η μαμά σου να μη βρίσεις το παιδάκι που σε έβρισε, σου λέει η δασκάλα σου να μη χτυπήσεις το συμμαθητή σου που σε χτύπησε, σου λέει κι ο Χριστός να γυρίζεις και το άλλο μάγουλο σε κάθε σφαλιάρα που θα σου αστράψει η ζωή. Πάει, πολύ θέλει να γίνει το κακό και να γίνεις καλός άνθρωπος; Είναι κακό, θα μου πεις, να είσαι καλός άνθρωπος; Ναι, είναι. Ιδίως όταν μπερδεύεις την καλοσύνη με την ηλιθιότητα.
Συνηθίζει λοιπόν η κοινωνία που ζούμε να δαιμονοποιεί τον εγωισμό, να τον πλασάρει στις μάζες ως χαρακτηριστικό γνώρισμα ποταπό και κατάπτυστο και να σε κάνει να πεθαίνεις από τύψεις κάθε φορά που τολμάς να κοιτάξεις τον εαυτό σου λίγο παραπάνω απ’ όσο κοιτάς τους άλλους· λες και η συνολική ισορροπία δεν προέρχεται από την ατομική, λες και για να προσφέρεις μεστή ευτυχία στον περίγυρο δεν πρέπει πρώτα να είσαι ευτυχισμένος εσύ ο ίδιος.
Και δώσε αβέρτα δεύτερες, τρίτες κι εξηκοστές τέταρτες ευκαιρίες σε ανθρώπους που στο τέλος αποδεικνύεται πως μάλλον δεν άξιζαν ούτε την πρώτη και τρώγε τα νεύρα σου που όση πιο πολλή αδυναμία έδειξες σε κάποιους ανθρώπους τόσο σου γλέντησαν την ψυχούλα με την πρώτη ευκαιρία και πάρε να έχεις γύρω σου άτομα που πήραν την υπομονή σου για αδυναμία και συνέχισαν να μπαινοβγαίνουν ανερυθρίαστα στη ζωή σου θεωρώντας την καφενέ.
Και περνάνε τα χρόνια και συνεχίζεις να δίνεις και προκοπή δε βλέπεις και γίνεται κάπως, κάπου, κάποτε μια χοντρή μ@λακία, σου έρχεται ο ουρανός σφοντύλι και συνειδητοποιείς έτσι άτσαλα πως όταν ένας άνθρωπος δε διστάζει να σου τη φέρει γυριστά μία, δε θα διστάσει να το κάνει ούτε δεύτερη και πως ήρθε η ώρα να μάθεις να φεύγεις καθώς μεγάλωσες πολύ για να συνεχίσεις να δίνεις τρίτες ευκαιρίες με τη σέσουλα, για να μην πω δεύτερες και χαρακτηριστώ μισάνθρωπη και κακιά.
Επειδή καθώς μεγαλώνεις, ζυμώνεσαι και πας τον εαυτό σου κάνα δυο βήματα παρακάτω, ένα πράγμα σου διδάσκει η εμπειρία· πως όσες περισσότερες ευκαιρίες δίνεις σε κάποιον, τόσο λιγότερο σε σέβεται, αντιλαμβάνεται πως τα όρια που έθεσες είναι ελαστικά και δε διστάζει να τα τεντώνει θρασύδειλα σε κάθε πιθανή ευκαιρία μέχρι να τα δει να σπάνε. Κι όταν αυτά σπάσουν, μη νομίζεις πως θα ακούσεις καμιά ειλικρινή συγγνώμη, ένα «ουπς» και πολύ σου είναι.
Όταν συγχωρείς επανειλημμένα έναν άνθρωπο του μαθαίνεις να μη φοβάται την έλλειψή σου καθώς φαντάζει στα μάτια του σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Eξοικειώνεται με τα «δεν πειράζει» σου και πες μου τώρα εσύ αν όντως αξίζει να υπάρχει στη ζωή σου ένας άνθρωπος που θεωρεί «ε και τι έγινε» το να σε υποτιμάει τοιουτοτρόπως ή αν πέρασες τόσα πολλά μέχρι να φτάσεις εδώ για να είναι αυτό το κερασάκι στην τούρτα της ζορισμένης ευτυχίας σου.
Μεγαλώνεις λοιπόν και δεν έχεις πια ούτε υπομονή, ούτε ευκαιρίες για πέταμα. Όχι επειδή στα ξαφνικά την είδες αλαζονικό κaθίκι, μα απλώς επειδή επιτέλους γνωρίζεις πως ο χρόνος σου είναι εξαιρετικά πολύτιμος για να αποτελεί απλώς πάτημα για κάποιον ώστε να σε δυσαρεστεί και να σε πληγώνει. Μεγαλώνεις κι από κάποιο σημείο και μετά δε γουστάρεις πλέον να το βουλώνεις και να ξεβολεύεσαι εσύ για να βολεύονται οι άλλοι, είναι τόσο απλό και τόσο απελευθεpωτικά υπέροχο όσο ακούγεται.
Δεν είναι κακία, όσο κι αν προσπαθούν να σε πείσουνε, είναι αυτοσυντήρηση. Απλώς τους χάλασες τη ζαχαρένια και τσίτωσαν τα νεύρα τους, συνέχισε να κάνεις πως δεν τους ακούς. Εσύ να θυμάσαι πως δεν οφείλεις να σέβεσαι κανέναν περισσότερο απ’ όσο σε σέβεται, ούτε να αγαπάς με όλο σου το είναι ανθρώπους που σε αφήνουν για αύριο. Κι αν κάποιος επιδιώκει με τις πράξεις του να σου μάθει πως τα ανθρώπινα πάρε-δώσε είναι στην πλειοψηφία τους άδικα, τότε μάθε του κι εσύ πώς φεύγουν. Και ποιος ξέρει; Ίσως έτσι να σε θυμούνται για πάντα, όχι μόνο τις στιγμές που τους βολεύει.