Ένας Έλληνας Ασυρματιστής του Εμπορικού Ναυτικού, ο Πολύκαρπος Σπέντζας, έζησε μια παράξενη εμπειρία στο Τρίγωνο των Βερμούδων. Το πλοίο που ταξίδεψε, ο ναυτικός, ήταν το «POTHITI S.W.J.C».
«Οι Αξιωματικοί της Γέφυρας του πλοίου έμοιαζαν αλαφιασμένοι»
«Ξεκινήσαμε από το Porto Matanzas, στην Κούβα, με προορισμό το Αλγέρι. Είχαμε μέσο όρο ταχύτητας 11 ναυτικά μίλια. Λίγο πριν από τις 12 το μεσημέρι (τοπική ώρα), οι Αξιωματικοί της Γέφυρας του πλοίου έμοιαζαν αλαφιασμένοι. Μετρούσαν και ξαναμετρούσαν τα μίλια.
Είναι γεγονός ότι όλοι στο πλήρωμα είχαμε παρατηρήσει ότι το πλοίο έπλεε με ασυνήθιστα μεγάλη ταχύτητα, αλλά τα όργανα δε συμφωνούσαν με αυτό, καθώς έδειχναν σταθερή ταχύτητα 10-11 ναυτικών μιλίων. Μερικοί από τους συναδέλφους μου υπέθεσαν αρχικά μήπως είχα κάνει κάποιο λάθος στο χρονόμετρο, μιας και ήμουν ο Ασυρματιστής. Μα, δεν είχε γίνει κάτι τέτοιο και το πλοίο έσχιζε τα κύματα σαν δελφίνι.
Στις 12 το μεσημέρι, ο Καπετάνιος ζήτησε από τον Ανθυποπλοίαρχο να βάλει στη θέση του, στο τιμόνι, έναν ναύτη Πακιστανό, καθώς δεν ένιωθε καλά. Δεν μπορούσε να σηκώσει τα χέρια του και αισθανόταν το σώμα του πολύ βαρύ, σαν μολύβι.
Επίσης, τα σήματα MORS ακούγονταν υπερβολικά γρήγορα, ενώ οι παράκτιοι σταθμοί λαμβάνονταν σαν μαγνητόφωνο που παίζει στο γρήγορο».
«Σε λίγο, κατέφτασε αναστατωμένος στη Γέφυρα του πλοίου ο Ηλεκτρολόγος από το μηχανοστάσιο, για να ελέγξει το ρολόι, διότι είχε παρατηρήσει πως όλα τα ρολόγια του καραβιού πήγαιναν μπροστά δύο ολόκληρες ώρες. Επίσης, η διαδρομή των δύο-τριών λεπτών του φάνηκε σαν να πέρασαν δύο ώρες!
Αλλά, και ο τιμονιέρης δεν μπορούσε να κρατήσει σταθερή πορεία, επειδή η πυξίδα, η οποία ήταν γυροσκοπική και θωρακισμένη από τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία, γύριζε σαν τρελή! Έτσι, αναγκάστηκε να βάλει τον αυτόματο πιλότο και καταφέραμε να κρατηθούμε σε σταθερή πορεία.
Μα, το πιο παράξενο απ’ όλα έγινε λίγο μετά τις 5 το απόγευμα. Ο μάγειρας κι εγώ παίζαμε τάβλι στο καπνιστήριο, όταν ξαφνικά είδαμε πίσω και αριστερά του πλοίου, δηλαδή στη βορειοδυτική του πλευρά, σε απόσταση λίγων μόνο μιλίων, ένα μεγάλο λευκό άγνωστης ταυτότητας ιπτάμενο αντικείμενο στον ουρανό. Κατόπιν, φάνηκαν δύο μικρότερα ιπτάμενα αντικείμενα στα δυτικά του μεγάλου και μάλιστα, το ένα από αυτά προσκολλήθηκε πάνω του. ”Πειράματα των Αμερικανών…”, υπέθεσα και δεν τα ξαναείδα.
Έφυγα αμέσως και ανέβηκα στη γέφυρα να ρωτήσω γεμάτος αγωνία αν είχε δει και κάποιος άλλος αυτές τις παράδοξες συσκευές. Δεν τις είχε παρατηρήσει κανείς. Πάντως, ήμουν σίγουρος πως κάτι περίεργο συνέβαινε με τον χρόνο και πως είχαμε επηρεαστεί από την επιτάχυνση της κίνησης των Α.Τ.Ι.Α.».
«Κοίταξα το ρολόι μου και η ώρα είχε περάσει. Βάζω τον δέκτη στα 500 KHz, για να συμπληρώσω το ημερολόγιο και ακούστηκαν υπερβολικά γρήγορα τα MORS. Βάζω και το Time Signal στα 15 MHz RWM (Radio Moscow) και άκουσα υπερβολικά γρήγορα και τα σήματα της ώρας. Τόσο πολύ γρήγορα, που νόμισα πως φταίει ο σταθμός.
Έκανα να πιάσω άλλο σταθμό και μηχανικά κοίταξα το ρολόι, όπου διαπίστωσα πως ο ρωσικός σταθμός «χτυπούσε» κανονικά τα λεπτά. Πετάχτηκα από την καρέκλα, άνοιξα το παραθυράκι του chart room και είδα τον Καπετάνιο. Κάτι σαν να με σταμάτησε και δεν του είπα τίποτε. Έκανα να χτυπήσω τα MORS και παρατήρησα ότι τα χέρια μου δεν μπορούσαν να χειριστούν ούτε πέντε γράμματα το λεπτό, δεδομένου ότι χειριζόμουν εκατό το λεπτό, διότι έκανα περίπου δύο λεπτά για να πάω με την καρέκλα προς τον πομπό.
Αναστατωμένος, είπα στον Καπετάνιο: ”Τα χέρια μας δεν πάνε, δεν μας ακούνε…”. Ο Καπετάνιος απάντησε ότι κανένας δεν έπρεπε να πειράξει τον αυτόματο πιλότο. Την άλλη ημέρα, το πλήρωμα συζητούσε για τα περίεργα γεγονότα, που είχαν συμβεί στον καθένα.
Ένας ναύτης παραπονιόταν ότι μόλις άναβε το τσιγάρο του, δεν προλάβαινε να το καπνίσει, γιατί αυτό καιγόταν αμέσως. Ο Ανθυποπλοίαρχος, που έκανε βάρδια 00:00-04:00, μόλις πήγε στην καμπίνα του και έπλενε τα δόντια του, για να πέσει να κοιμηθεί, του φώναξε ο ναύτης ότι η ώρα πήγε κιόλας 23:40, άρα δεν προλάβαινε ούτε να κοιμηθεί. Όλοι μας, όμως, νιώθαμε βραδυκαρδία και υποθερμία.
Χρόνια τώρα προσπαθώ να εξηγήσω αυτό το περίεργο γεγονός. Πιστεύω ότι η βραδυκαρδία και η μείωση αντανακλαστικών του πληρώματος οφείλονταν στη βαρυτική διαστολή του χρόνου. Τα κύματα βαρύτητας (βαρυόνια), που εκπέμπονταν από τις επιταχύνσεις των Α.Τ.Ι.Α. για την απογείωσή τους και άλλες κινήσεις, δρούσαν βιοχημικά στον μεταβολισμό του ανθρώπινου οργανισμού, σύμφωνα με τις θεωρίες των Bohr – Einstein».