Στις νότιες πλαγιές του Γράμμου δεσπόζει το πιο ορεινό χωριό της Ελλάδας, το “βλαχοχώρι” που ζωντανεύει 5 μήνες τον χρόνο, καθώς πέφτει σε… χειμερία νάρκη τον Οκτώβριο και ξυπνά τον Μάιο!
Από τους ωραιότερους οικισμούς, φημίζεται για τις μοναδικές λίμνες που υπάρχουν κοντά στο χωριό, τοπίο εξαιρετικού φυσικού κάλλους… Με την ευκαιρία, δείτε το χωριό του Πηλίου με το εντυπωσιακό ηλιοβασίλεμα.
Ένας ανηφορικός επαρχιακός δρόμος περνά μέσα από δάση οξιάς, πάνω στις νότιες πλαγιές του Γράμμου, και φτάνει στο πιο ορεινό χωριό στην Ελλάδα, ένα από τα περίφημα βλαχοχώρια του νομού Ιωαννίνων, την Αετομηλίτσα, που λίγοι γνωρίζουν.
Το βλαχοχώρι πέφτει σε «χειμερία νάρκη»
Πρόκειται για ένα βλαχοχώρι στη βόρεια Πίνδο, που ζωντανεύει πέντε μήνες τον χρόνο, καθώς πέφτει σε «χειμερία νάρκη» από τις αρχές του Οκτώβρη και «ξυπνά» τον Μάιο. Ο πληθυσμός του μετακινείται, αφού είναι όλοι κτηνοτρόφοι.
Κάθε φθινόπωρο και άνοιξη εγκαθίστανται μαζί με τα κοπάδια τους είτε στα χειμαδιά της Λάρισας και της Μακεδονίας είτε στον Γράμμο, στα πατρικά τους μέρη για το καλοκαίρι. Μαζί με τους κατοίκους «μετακινείται» και το κοινοτικό γραφείο.
Το καλοκαίρι, λειτουργεί σέ ένα παραδοσιακό κτήριο στην κεντρική πλατεία στην Αετομηλίτσα, ενώ τους χειμερινούς μήνες μεταφέρεται στη Λάρισα. Πίσω στο χωριό, μένουν δύο άνθρωποι-φύλακες του τόπου και των περιουσιών.
Μέχρι το 1929 είχε το χωριό είχε το σλάβικο όνομα Ντένισκο, δηλαδή “προσήλιο”, ονομασία που προσδιορίζει τη γεωγραφική του θέση. Είναι το βορειότερο χωριό του νομού Ιωαννίνων και βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από τα ελληνο-αλβανικά σύνορα.
Μετά το 1950, οι Αετομηλιτσιώτες βρέθηκαν διασκορπισμένοι σε όλα τα κράτη, κυρίως δε της Ανατολικής Ευρώπης, απ’ όπου και άρχισαν να επιστρέφουν πολύ αργότερα. Παράλληλα, το χωριό επηρεάστηκε αρνητικά και από το φαινόμενο της αστυφιλίας.
Ο οικισμός με το παραδοσιακό χρώμα, τα καλντερίμια, τις πλακοστρωμένες πλατείες και τα πέτρινα τοιχία, που απλώνεται σε υψόμετρο 1.380-1.490 μέτρων, ξαναχτίστηκε μετά το 1960 πάνω στα συντρίμμια που άφησε πίσω του το πέρασμα του εμφυλίου πολέμου.
Συγκεκριμένα τη δεκαετία του ’70 κινδύνευε από ερήμωση. Εκείνη την εποχή αριθμούσε 70 σπίτια, αφού δεν έμεινε τίποτα απ’ τα παλιά αρχοντικά ενώ στα 50.000 στρέμματα λιβαδιών έχουν μείνει κάπου 8-10 χιλιάδες αιγοπρόβατα.
Τα βοσκοτόπια στην Αετομηλίτσα καλύπτουν έκταση 45.000 στρεμμάτων, ενώ η κτηνοτροφία βρίσκεται σε συνεχή άνοδο με παραγωγή ντόπιων προϊόντων της Αετομηλίτσας, όπως τυριά, με πρώτο το βλάχικο μανούρι «ούρδα», και αγνά νόστιμα κρέατα.