Όσοι έχουν την κακή συνήθεια να βρίζουν, αν δεν μπορούν να την κόψουν, τουλάχιστον ας προσπαθήσουν να χρησιμοποιούν την αρχαία ελληνική γλώσσα για είναι λιγότερο χυδαίοι.
- Αφόδευε εντός
Χέσε μέσα - Λάβε κίναιδε
Πάρ’ τα πού στη - Ύπαγε γαμηθείναι
Άντε γα.σου - Όδευε εις συνουσίαν
Άντε γα.σου - Λάβε τους όρχεις ημών
Πάρ’ τα αρχίδια μας - Εσύ εστί για τον π έο
Είσαι για τον πού τσο - Λάβε έναν αυ νανιστήν
Πάρε ένα μα λάκα! - Κάμνω σε τι, μήτηρ;
Τι σου κάνω μάνα μου; - Άλφα τράπεζα πίστεως
Πρώτο τραπέζι πίστα - Αφόδευε υψηλά και ηγνάντει
Χέσε ψηλά κι αγνάντευε - Ίνα πέρδεις επί τοις όρχεσίν μου
Θα μου κλάσεις τα αρ χίδια! - Είχον τε κνησμόν οι όρχεις μου
Και με τρώγαν τα αρ χίδια μου! - Άντε κάνε έρ ωτα παθητικά σερβιέτα
Άντε γα μήσου μου νόπανο! - Ποιώ έρωτα δια το αιδοίο της μητρός σου
Γαμώ το μου νί της μάνας σου - Σου συ νουσιάζεται ο οίκος που διαμένεις ομο φυλόφιλε
Σου γα μιέται το σπίτι πού στη - Ευμεγέθους σωματικής διάπλασης ατομικός ερ αστής
Χοντρομαλάκας - Θα σου συ νουσιάσω τον οίκο όπου διαμένεις παλιό ομο φυλόφιλε
Θα σου γα μήσω το σπίτι παλιό που στα!!! - Της επιχρήμασις εκδηλωμένης γυναικός το σίδερον κιγκλίγωμα
Της που τάνας το κάγκελο!!! - Τα εκ μεταξίου γενόμενα εσωενδύματα εκ μεταξίου γενόμενα οπίσθια απαιτούσι
Τα μεταξωτά βρακιά θέλουν και μεταξωτούς κώλους - Λάβε πέντε, ω αυνανιστά (συνοδευόμενον από έκτασιν των δακτύλων της μίας χειρός)
Πάρε πέντε, ρε μα λάκα! (μαζί με φάσκελο) - Συγγνώμη εύειδες κοράσιον, ο σος πατήρ σακχαροπλάστης ετύγχανε ών;
Συγγνώμη κοπελιά, ζαχαροπλάστης ήταν ο πατέρας σου; - Η παλινδρομική κίνηση ισχύως επί καθέτου αξόνως, βαίνουσα συνεχώς αυξανόμενης εντάσεως και εκπέμπουσα υδάτινα βλήματα επί φανταστικού στόχου
μαλακία - Λαβέ ταύτα Ελισσάβετ και ποίησέ τα επί πλαισίου
Πάρτα Λίζα και κάντα κορνίζα! - Εκοπρίσθη η φοράς παρά τοις αλ ωνίοις
Χέστηκε η φοράδα στο αλώνι. - Μη μου τους όρχεις τάρατε
Μη μου πρήζετε τα αρ χίδια. - Χαίρε ημάς το πλατύφυλλο
Χαιρέτα μας τον πλάτανο. - Έξω κίναιδε εκ της οικίας
Έξω πού στη απ’την παράγκα (πρόχειρη κατοικία). - Ταύτα λαβείν μωρή νοσούσα
Πάρ’ τα μωρή άρρωστη.